Μερικοί τον αποκαλούν μισητό εφιάλτη, άλλοι χάσιμο χρόνου, άλλοι κατασκήνωση με G3. Ότι κι αν είναι ο στρατός, είναι σίγουρα υποχρεωτικός. Έτσι, σε μια από τις κλασικές στιγμές ανωτερότητάς μου από τον μέσο άνθρωπο, αποφάσισα να προετοιμάσω τους μελλοντικούς νεοσύλλεκτους για τη Σάρα και τη Μάρα που θα συναντήσουν στα Κέντρα Εκπαίδευσης..
– Το γιωτόμπαλο…
Αυτή η κατηγορία περνάει περίοδο ακμής, μιας και μετά από μηνύσεις, αυτοκτονίες και μαμάδες που κράζουν το ΓΕΣ επειδή ο βλαστός τους γύρισε σπίτι με τερηδόνα, οι γιατροί μοιράζουν τα γιώτα δεξιά και αριστερά, λες και είναι διαφημισόμουνα του Red Bull στο Μπουρνάζι. Τη σήμερον ημέρα, για να βγεις άοπλος το μόνο που χρειάζεσαι είναι λίγη πιτυρίδα, ένα συνάχι και μια καλή μίμηση του Βασιλάκη Καΐλα.
Στις ατελείωτες ουρές τις κατάταξης, ξεχωρίζει από χιλιόμετρα. Είναι κοντός, μπουνταλάς με “μπροστινό κώλο” και φοράει χοντρά κοκάλινα γυαλιά. Στο χέρι κρατάει μια ακτινογραφία, δύο αξονικές, ένα αερολίν, τέσσερις ιατρικές γνωματεύσεις, τα σχετικά αποκόμματα από εφημερίδες και μονίμως αγχώνεται για το πότε θα γίνει η επόμενη ιατρική εξέταση. Μόλις πατήσει την κλάψα και μπει το πολυπόθητο γιώτα, αρχίζουν οι διακοπούλες. Ειδικά μετά την ορκωμοσία που όλο το υπόλοιπο τάγμα τρώει οχτώ κουβάδες πίκρα με τις ένοπλες ασκήσεις; Άααρχοντας! Φοράει το σπορτεξάκι, κουνάει τον φραπέ και τα ξύνει με θεριζοαλωνιστική μηχανή. Το πολύ να τον χώσουν σε καμιά αγγαρεία της πούτσας, την οποία ούτως ή άλλως θα μοιραστεί με άλλους 25 ψευτο-ανάπηρους που αρμέγουν το γιωτόχαρτο με την ίδια σπουδή. Στην παράταξη της αναφοράς σκάει με αστραφτερή στολή, την ώρα που οι υπόλοιποι μοιάζουν με κεφτεδάκια πριν το τηγάνισμα απ’ το πολύ έρπην. Η μόνη στιγμή που βγάζει το πόδι απ’ τον τάφο είναι η αιμοδοσία. Εκεί που παίζουν τέσσερις μέρες τιμητική, ο κανακάρης μας θυμάται ξαφνικά ότι είναι καταδρομέας!
– Ο κλασοπόμολος
Πιο φλώρος κι από ένα πιάτο πουρέ μπρόκολου, ο κλασοπόμολος αποτελεί αγαπημένο στόχο ψαρώματος και καζούρας από συνθαλαμίτες, ΕΠΟΠ, διοίκηση, καψιμιτζίδες και αδέσποτα που λιώνουν έξω απ’ τα μαγειρεία. Από μικρός άκουγε με τρόμο τις διάφορες ιστορίες στρατο-φρίκης από τον βλάχο κρασο-μπάρμπα που είχε υπηρετήσει στα 70s και μάζευε το σκατό από την κάλτσα με το λίτρο. Πλέον, αφού έληξαν οι 4 αναβολές για σπουδές και απέτυχαν οι προσπάθειες απόκτησης Μαδαγασκαρινής υπηκοότητας, είναι αναγκασμένος να κλείσει το W.o.W. μετά από 10 χρόνια συνεχόμενης χρήσης και να καταταχθεί.
Πριν τον πάει η μαμά του στην πύλη του Κ.Ε., φροντίζει να αποστηθίσει το thiteia.org, να ζαλίσει την Παναγία όλων των γνωστών του που έχουν υπηρετήσει για συμβουλές, να τυπώσει χάρτη του στρατοπέδου από το Google Earth και να βγάλει τον δεξιό του πνεύμονα για να τον αντικαταστήσει με dispenser μωρομάντηλων. Στον πολιτικό σάκο κουβαλάει 10 αλλαξιές, 48 λουκέτα, δικό του μαξιλάρι, 4 ζευγάρια ωτοασπίδες, 12 ανατομικούς πάτους, 3 κινητά, πολυφορτιστή με φωτοβολταϊκό στοιχείο, απολυμαντικό τουαλέτας και σπρέι για τους κοριούς, τον δάκο, τη μουχρίτσα και τη μύγα τσετσέ. Συνήθως είναι ψιλόλιγνος με καμπουρίτσα, στρογγυλά γυαλιά με λεπτό ή ανύπαρκτο σκελετό και μπουχεσο-χιτώνιο ένα με δύο νούμερα μεγαλύτερο. Φοβούμενος τις καμπάνες, κρατάει την αρβύλα γυαλισμένη καλύτερα κι απ’ τον καθρέφτη του Hubble και τον φάκελό του μονίμως τσίτα και ευθυγραμμισμένο με λέιζερ.
Ο κλασοπόμολος ήταν πάντα ερωτησάκιας και πρηξαρχίδας, τόσο στο σχολείο, όσο και στο πανεπιστήμιο και η θητεία δεν αποτελεί εξαίρεση. Αν κάνεις το λάθος να σταθείς δίπλα του για πάνω από μια περιστροφή ηλεκτρονίου, την πάτησες. Θα σου βάλει να ακούσεις την πλήρη δισκογραφία: από τις κλασικές επιτυχίες “Πού μας πάνε τώρα;”, “Τι φαΐ έχει σήμερα;” και “Τι ώρα είναι η αναφορά;”, μέχρι πιο σπάνια indie κομματάκια όπως “Την αρβύλα τη γυαλίζουμε δεξιόστροφα;” και “Σε ποια θέση μπαίνει η ασφάλεια του G3 για να μην πυροβολάει;”. Ακόμα και οι αστεράτοι ωχριούν μπροστά στο ανελέητο πρηξοπούτσι του! Ο τύπος είναι ικανός να βγει το πρωί στο τάγμα για να αναφέρει ότι στην χθεσβραδυνή περίπολο είδε 5 σταγόνες λάδι κάτω από ένα Στάγκερ.
– Ο βλαχούρης
Μια από τις πιο ρετρό και συνάμα σταθερές κατηγορίες, ο βλαχούρης αποτελεί φόβο και τρόμο του κάθε σύγχρονου μπουρζουά φαντάρου. Να ξεκαθαρίσω σε αυτό το σημείο ότι ο όρος δεν αναφέρεται σε κλασικούς κάζουαλ κατοίκους της επαρχίας, που απλά φέρουν υπερ-ζελεδιασμένο μαλλί, τσίλικο παπάκι και μια ελαφριά τοπική αξάν. Αναφέρομαι στα μσκάρια, τα μλάρια, τα πράτα και τα υπόλοιπα ζούδια που στελεχώνουν τα ορεινά χωριά της επικράτειας. Ξεχασμένα ακόμα κι από τη γραμματέα του Θεού, αυτά τα άτομα δεν θα τα συναντούσες ποτέ στη ζωή σου αν δεν υπήρχε ο στράτος.
Ο τυπικός βλαχούρης είναι ψηλός και ντερεκωμένος, με σωματότυπο “χοντροντούλαπο” και τόσο μαύρος, που στη βραδυνή περίπολο τον διακρίνεις μόνο αν χαμογελάσει. Η γιγαντιαία μοσχαροκεφαλή του στέκεται χωρίς λαιμό πάνω στους ώμους και στολίζεται με ασορτί κενό βλέμμα και τεράστιο μονόφρυδο χρώματος καρβουνί. Τα ρούχα του στην κατάταξη είναι συνήθως υπερβολικά ξεβαμμένο τζιν με 200 φερμουάρ, ζώνη με οχτάκιλη αγκράφα Klein Mein και από πάνω τσίτα polo με ανοιχά κουμπιά που διαγράφει την κοιλούμπα και τη γυναικομαστία του.
Ο βλαχού έχει πάντα έναν και μόνο έναν κολλητό συμβλαχού με τον οποίο κάνουν αστεία για πούτσες και γαμήσια ή απλά γελάνε επαναλαμβάνοντας την ίδια ατάκα, πχ “ατσάαα” και “ίσι μουρφή!” 100 φορές τη μέρα. Κατά τ’ άλλα είναι λιγομίλητος τύπος. Αν επιχειρήσεις οποιαδήποτε κοινωνική επαφή πάνω από μούγκρισμα, θα σου ρίξει ένα psycho βλέμμα που θα φρίκαρε και τον πληκτρά των Rammstein. Η μόνη λεκτική επικοινωνία του με την μονάδα είναι ένα δυνατό “ΙΕ!” όταν φωνάζει κάποιον και μερικές μαντινάδες για το πόσο του λείπει ο Ψηλορείτης που γράφει σε κάθε γαμημένη τουαλέτα του Κ.Ε. Συνήθως προτιμάει να αφήσει τη βρώμα του να μιλήσει γι’ αυτόν. Πλένεται το ίδιο συχνά με τις κουβέρτες, δηλαδή μια φορά την ΕΣΣΟ και ααααν ποτέ αποφασίσει να πλυθεί, θα το κάνει μόνο με νερό, ίσα-ίσα για να ομοιογενοποιήσει το μίγμα μασχαλίλας-ποδαρίλας-ξινο-ιδρωτίλας και μετά θα βάλει τη στολή που φορούσε προχθές όταν έκανε έρπην στο λιβάδι με τις σβουνιές. Ως αποτέλεσμα, η μπόχα του φτάνει weaponized επίπεδα από την πρώτη εβδομάδα και είναι ικανή να διαλύσει παράταξη ΟΥΚάδων την ώρα της ορκομωσίας.
– Ο αντιρρησίας ψωλίασης
Μια συνομοταξία που τελευταία πληθαίνει αρκετά, ο αντιρρησίας ψωλίασης έχει πείσει τον εαυτό του ότι θα φέρει την Επανάσταση στον Ελληνικό Στρατό. Οι αριστερές πεποιθήσεις είναι βαθιά ριζωμένες στο psyche αυτού του 19χρονου λεβέντη της εργατιάς του Γκαζιού. Τόσο βαθιά, που θυμάμαι μια φορά τον Μάρτιο του 2007 εξέφρασε τις εν λόγω απόψεις δημοσίως ΧΩΡΙΣ να έχει σκοπό να ρίξει γκόμενα με κουρελιασμένο AllStarάκι. Κι όμως φίλε!
Στην κατάταξη σκάει σαν το κλαμένο μουνί, κυρίως επειδή πρόσφατα αποχωρίστηκε την τζίβα και το μούσι του, με αποτέλεσμα να τον χωρίσει η γκόμενά του μόλις πρωτο-αντίκρυσε τη φραντζόλα ζαμπόν που είχε ο τύπος για μούρη. Αυτό το αρχικό μίνι-τσούξιμο στο κωλαράκι δεν θα αργήσει να μετατραπεί σε full ρήξη του παχέος εντέρου, μιας και ο φίλος μας, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα χορδωτά με ένστικτο αυτοσυντήρησης, καθίσταται ανίκανος να κρατήσει για την εαυτάρα του τις πεποιθήσεις και τις ιδεολογίες του, ακόμα και εντός στρατοπέδου. Διαβάζει επιδεικτικά Τρότσκι εν ώρα σκοπιάς, στο θρήσκευμα του δελτίου κατάταξης συμπληρώνει “Άθεος” αντί για “Χ.Ο.” και γενικά παίρνει όλα τα κατάλληλα μέτρα που θα του εξασφαλίσουν το διαζύγιο με την καλοπέραση.
Όταν του χορηγούν το G3 πιάνει έναν έναν όλους τους φαντάρους και τους διαφημίζει πόσο μισεί τα όπλα και πόσο δεν θέλει να αποτελεί γρανάζι της φασιστο-φονικο-φασιστο-φασιστικής μηχανής, αλλά τα βράδια που δεν τον βλέπει κανείς, κάνει κλακ-κλακ με ηδονή το κλείστρο και κλαίει από τύψεις φορώντας τα εσώρουχα της γιαγιάς του. Μόλις ξημερώσει, χαλαρώνει το κιλίκιο απ’ το μπούτι και επιστρέφει στο κλασικό δασκαλίστικο υφάκι που σου προκαλεί διάρροια απ’ τα μάτια. Τσαμπουνάει ότι η έπαρση σημαίας γίνεται καθημερινά για να σου περάσει υποσυνείδητα μηνύματα υποταγής, αποκαλεί “κωλοφασίστα” οποιονδήποτε βαθμοφόρο τολμήσει να μοιράσει πάνω από μία κάμψη και σου σπάει τον πούτσο για το πώς ο στρατός καταλύει την ατομική ατομικότητα του ατόμου. Η μόνη σου ελπίδα είναι να πιάσει μπαφο-κονέ μέσα στη μονάδα, οπότε τη γλίτωσες. Είναι λίγο δύσκολο να το παίζεις “Zeitgeist” όταν ξερνάς ντουμάνια που ανταγωνίζονται το τέρας του Lost.
– Ο καβλεύς
Πληθυντικός: οι καβλιείς. Δεν είναι λίγοι αυτοί που συγχέουν τον καβλέα με τον βλαχούρη, σφάλμα εν μέρει δικαιολογημένο, καθώς οι δύο αυτές κατηγορίες ενίοτε μοιάζουν εμφανισιακά και κάνουν πολλές μεταγραφές μεταξύ τους. Ο καβλέας κατάγεται συνήθως από την Μακεδονία την Ξακουστή ή τη Θράκη τη Βασανισμένη και κρατάει από σόι με πλούσιο ιστορικό στρατιωτικών στύσεων.
Μόλις μπεις στο Κ.Ε., θα τον καταλάβεις αμέσως. Είναι ψηλός, κοντοκουρεμένος α-λα Αμέρικαν Κομάντο, ξυρισμένος κόντρα και τα ζυγωματικά του πετάγονται όξω σαν τις λεπίδες απ’ το φωτόσπαθο του Darth Maul. Φοράει άσπρο φανελάκι για να ψήνονται τα ρωμαλέα του μούσκουλα κάτω απ’ τον Δοξασμένο Ελληνικό Ήλιο και μπλε γυαλιστερή φόρμα με λογότυπο επαρχιακού συλλόγου kick-boxing “Α.Ο. ΑΠΑΛΕΥΤΟΣ ΛΕΙΑΝΟΚΛΑΔΙΟΥ”, την οποία έχει σηκώσει πάνω από τον αφαλό. ΠΡΟΣΟΧΗ! Μην κάνεις το λάθος να του πιάσεις κουβέντα τη μέρα της κατάταξης! Εννιά στις δέκα φορές, ο καβλέας βρίσκεται στο ίδιο στρατόπεδο με σένα τον λουλέ επειδή κόπηκε από τις Ειδικές Δυνάμεις. Ως εκ τούτου, κουβαλάει χολή ισοδύναμη με μια καναδέζα συκώτια και ανυπομονεί να την αδειάσει πάνω σου. Αν μπείτε σε διαφωνία για το πόσο άχρηστη είναι η θητεία, απλά θα σε PWNάρει επικά με την γνωστή επιχειρηματάρα του. Πάμε όλοι μαζί: “Αν γίνει πόλεμος και μπει ο Τούρκος σπίτι σου και σου σφάξει τη γυναίκα και σου βιάσει την αδερφή και σου φάει τον σκύλο, να δούμε αν θα λες τα ίδια”.
Μόλις περάσει τις ιατρικές εξετάσεις και βγει γιώτα-μηδέν, ο φίλος μας κατευθύνεται σιωπηλός και βλοσυρός στον θάλαμο. Για κάποιο λόγο πιάνει πάντα το τελευταίο πάνω κρεβάτι στο βάθος, όπου κοιμάται ίσιος και συμμετρικός σαν τον μακαρίτη στο φέρετρο. Τα πρωινά σηκώνεται μόνος του πριν βαρέσει το εγερτήριο και κάνει μισή ώρα γυμναστική γιατί τώρα τελευταία οι μυικές ομάδες που κουνάνε τους βολβούς των ματιών του έχουν ατονήσει λίγο. Μάλιστα, αν στήσεις αυτί προσεκτικά την ώρα που παίρνει κάμψεις, μπορείς να τον ακούσεις να επαναλαμβάνει πνιχτά: “Σε παρακαλώ μπαμπά! Αγάπησέ με!”. Στην εκπαίδευση εκτελεί τα παραγγέλματα με ακρίβεια πυρηνικού αντιδραστήρα, λύνει και δένει ένα G3 σε κάθε χέρι και ταυτόχρονα ακονίζει την ξιφολόγχη με τα δόντια.
Μετά από 3-4 μέρες δεν αντέχει άλλο να βλέπει τους συναδέλφους του να ατιμάζουν τη στολή με το να τα κάνουν όλα λάθος και να το ρίχνουν στο χαβαλέ. Οπότε αυτοδιορίζεται βοηθός εκπαιδευτή και ενεργεί με γενναίες δόσεις γκρίνιας και τραμπουκισμού. Αν στην παράταξη ρωτήσεις τον διπλανό σου οτιδήποτε, θα γυρίσει να σε κοιτάξει με μάτια που καθρεφτίζουν το έρεβος της κολάσεως και με σφιγμένα δόντια, θα σου ρίξει το απόλυτο catch-phrase του: “Καλά είσαι σοβαρός; Κάτσε προσοχή!”. Του ζήτησε κάποιος ανώτερος να επέμβει; Μήπως χρειάστηκε την βοήθειά του ο εκπαιδευτής; ΟΧΙ FUCKING ΒΕΒΑΙΑ! Ο καβλέας δεν μπορεί να βασίζεται σε διεφθαρμένους και σάπιους γαλονάδες για να βάλει τάξη στην ένδοξη Ελληνική Στρατάρα! Έχει εντολές από ανώτερη αρχή. Το βράδυ της κατάταξης τον επισκέφτηκε στο όνειρό του η Παναγία και κρατώντας στο δεξί της χέρι ένα πρησμένο αρχίδι του είπε: “Εν Τούτω Νίκα!”
– Ο πολυκάναλος ενισχυτής
Οι πληροφορίες για αυτήν την κατηγορία φαντάρων είναι λίγες και διάσπαρτες. Ο τύπος είναι τόσο κωλόβυσμα, που στο Κ.Ε. θα τον πετύχεις συνολικά τέσσερις φορές, άντε πες πέντε με την ορκομωσία, αφού κάθε μα κάθε βράδυ έχει έξοδο και διανυκτέρευση. Στο στρατόπεδο σκάει την επόμενη μέρα κατά τις 11-12 το μεσημέρι με γυαλί-μάσκα, παντουφλιά, μη σου πω και πυτζάμες και παρκάρει το αμάξι του δίπλα στη Μερσεντέ του Συνταγματάρχη. Αν θέλεις να μάθεις ποιος είναι στήσε αυτί στη βραδυνή αναφορά. Θα παρατηρήσεις ότι μερικές φορές, ο δεκανέας πηδάει ένα όνομα στη λίστα.
Εντός στρατοπέδου, κυκλοφορεί ξεκούμπωτος, ασκεπής και με κάτι αρβύλες που πλέον δεν καθαρίζουν ούτε με αμμοβολή. Στο χέρι κρατάει το φρέντο απ’ το ντόπιο everest που του έκανε ντελίβερι ο στρατόμπατσος της πύλης. Όταν περνάει φλογο-ξιφο-αστεράτος και οι υπόλοιποι ψάρακες σηκώνουν την αρβύλα μέχρι το αυτί για να βαρέσουν, αυτός θα αρκεστεί σε μια ατάκα του τύπου “‘σπέραααα…” ή “τι κάνουμε;” ή “τι φαγητό έχουμε στο σπίτι, μπαμπά;”. Αν γίνει κάποιο λάθος και τολμήσουν να τον βάλουν μια μέρα υπηρεσία, θα μιλάει στο κινητό για το επόμενο τρίωρο κινώντας γη και ουρανό για να τη γλιτώσει. Προτιμά να πιει το νερό που μαζεύεται κάτω απ’ το σκουπάκι της τουαλέτας, παρά να κάνει έστω και δέκα λεπτά θαλαμοφυλίκι. Μετά από τη βασική, θα κάτσει στο κέντρο αμετάθετος με δικό του κλιματιζόμενο γραφείο με κρεβάτι μέσα, αλλιώς θα πάει σε παραθαλάσσιο στρατόπεδο-resort της επιλογής του με ειδικότητα-φάντασμα όπως “σκοπευτής πεφταστέρων” ή “σαλπιστής για την γάτα του Ταξίαρχου”.
– Ο παλιός wannabe
Όπως λέει και το όνομα, ο παλιός wannabe επιχειρεί από την πρώτη μέρα της θητείας να πείσει τους πάντες ότι του μένουν πέντε και σήμερα. Δυστυχώς, όσο και να σφίγγεται, δεν μπορεί να αλλάξει το γεγονός ότι στην ψαρίλα ανταγωνίζεται τη Βαρβάκειo παραμονή 25ης Μαρτίου. Τώρα που η θητεία έχει μειωθεί στο 9μηνο, ο θεσμός του παλιού είναι πιο υποβαθμισμένος από ποτέ. Ένας λόγος παραπάνω λοιπόν για να μας προκαλεί εμετό κατά βολάς η συγκεκριμένη κατηγορία υπερ-πάπαρου.
Συνήθως κατάγεται από την ίδια πόλη που βρίσκεται το Κ.Ε. ή από Δυτικό προάστειο της πρωτεύουσας και άνηκε στην κουλ παρέα του σχολείου του ή τουλάχιστον νόμιζε ότι άνηκε. Πάντα είχε την νοοτροπία “φράχτης-στρογγυλοφάναρο-αλητεία” και τώρα προσπαθεί να την μεταφέρει και στο στρατόπεδο. Στην κατάταξη σκάει με καρό βερμούδα, λαχανί polo με σηκωμένο γιακά (ενίοτε με ατάκα γραμμένη στο κάτω μέρος του εν λόγω σηκωμένου γιακά, ωιμέ!), σαγιονάρα τέσσερα-ένα, γυαλί μύγα και το παίζει κοναδόρος με όλους. Έχει την εκνευριστική τάση να σου μιλάει χωρίς να του απευθύνεις το λόγο και να σου αραδιάζει φίδια περί καγκούρικου βίου χωρίς καν να κολλάνε στη συζήτηση. Για να βγουν αλήθεια όλες οι ιστορίες για ξύλο που θα σου πει, θα πρέπει να κυκλοφορούν μισό εκατομμύριο GLX μόνο στην Πετρούπολη. Τον μισώ! Και τον μισείς κι εσύ!
Παίρνει στολή τσίτα, την οποία πλένει σε μπετονιέρα μαζί με Ακουαφόρτε και δυο σακκιά αμμοχάλικο για να παλιώσει πριν την ώρα της. Το τζόκεϊ το περνάει κι αυτό από αντίστοιχη διαβολοβδομάδα: το τσακίζει, το τυλίγει, το πατάει, το βάζει στην ράμπα που ανεβαίνουν τα Στάγκερ και μόλις φθαρεί αρκετά το φοράει πίσω στο σβέρκο. Τέλος, η αρβύλα είναι πάντα λυτή και έχει πιάσει δυο δάχτυλα κοράτσα. Όταν αράζει στο όρθιο, υϊοθετεί στάση “ποτέ ακίνητος” με χαλαρές αρθρώσεις, τίναγμα ποδιών προς τα μπρος και τσιγάρο ανάμεσα σε μεσαίο και παράμεσο. Το κεφάλι γέρνει ελαφρά προς τα κάτω και κοιτάει δεξιά αριστερά με χορευτικές κινήσεις. Τα βλέφαρα είναι πεσμένα σαν τον κόκορα του Αρκά, το στόμα είναι μισάνοιχτο και η γλώσσα τοποθετείται μεταξύ άνω δεύτερου κοπτήρα και κυνόδοντα.
Λίγο πριν βγουν οι μεταθέσεις, το παίζει βολεμένος και εύχεται σε όλους “καλό πήξιμο” με άφθονη χαιρεκακία, επειδή και καλά έκανε ξήγα με ένα τυπάκι που θα τον φτιάξει άσχημα. Επειδή όμως το επίσημο βύσμα διαφέρει κατά πολύ από το κονεδάκι που κάνεις στο Κ.Ε. πίνοντας μπάφους, ο φίλος μας τελικά θα καθαρίζει σκατά από τα ταβάνια σε ένα φυλάκιο στην Άνω Πορδιτσά μαζί με τα υπόλοιπα κουνάβια.
Credits: Χρόνης για το “σκοπευτής πεφταστέρων”. πηγή